- πόλο
- Ιππικό άθλημα, διαδεδομένο από πολύ παλαιά σε όλη σχεδόν την ασιατική ήπειρο. Ο όρος είναι παραφθορά της θιβετικής λέξης πούλου, που σημαίνει μπάλα. Πρώτοι έμαθαν το παιγνίδι Άγγλοι αξιωματικοί που υπηρετούσαν στη Βεγγάλη το 1855 και το 1869 το εισήγαγαν στη Μεγάλη Βρετανία όπου, δύο χρόνια αργότερα, έγινε η πρώτη επίσημη συνάντηση μεταξύ των ομάδων του 10ου συντάγματος των Ουσάρων και του 9ου των Λογχοφόρων της Βεγγάλης.
Το π. παίζεται σε ορθογώνιο γήπεδο, εντελώς επίπεδο, σκεπασμένο συνήθως με χόρτο, μήκους 180 ως 275 μ. και πλάτους 146 έως 182 μ., περιφραγμένο με σανίδωμα ύψους 26 εκ., βαμμένο άσπρο, που έχει προορισμό να συγκρατεί τη μπάλα στο χώρο του παιγνιδιού. Στη μέση των μικρότερων πλευρών βρίσκεται το τέρμα, πλάτους 7,59 μ. και ύψους το λιγότερο 3 μ. Κάθε ομάδα αποτελείται από 4 παίκτες, που αγωνίζονται το ανώτερο επί 8 τσούκα των 8 λεπτών με διαλείμματα 3 λεπτών, για να αλλάξουν άλογα. Φορώντας ειδικό προστατευτικό κράνος, οι παίκτες κρατούν τα χαλινάρια με το αριστερό χέρι, ενώ με το δεξί κρατούν ένα μπαστούνι μήκους 1,24 έως 1,34 μ. και βάρους περίπου 430 γραμμαρίων, με το οποίο χτυπούν τη μπάλα, η οποία είναι συνήθως από ρίζα και έχει διάμετρο 8,2 εκ. και βάρος όχι μεγαλύτερο από 120 γραμμάρια, για να την κατευθύνουν στο αντίπαλο τέρμα. Κερδίζει η ομάδα που επιτυγχάνει τα περισσότερα τέρματα. Σε κάθε επιτυχία τέρματος οι ομάδες αλλάζουν τέρματα. Το παιγνίδι διευθύνεται από έναν ή δύο έφιππους διαιτητές, οι οποίοι, εκτός από τη σφυρίχτρα έχουν, προσαρμοσμένο στη σέλα, ένα σάκκο με μπάλες, για να αντικαθιστούν αυτές που φεύγουν από τον αγωνιστικό χώρο.
Το π. είναι ταχύτατο παιγνίδι και απαιτεί μεγάλη ικανότητα στην ίππευση και μεγάλη δεξιοτεχνία στο κτύπημα της μπάλας, ενώ το άλογο τρέχει. Έχει συμπεριληφθεί σε 4 Ολυμπιακούς Αγώνες (1908, 1920, 1924, 1936) και σήμερα διεξάγονται παγκόσμια ηπειρωτικά και, σε διάφορες χώρες, εθνικά πρωταθλήματα. Στη χώρα μας το π. δεν είναι διαδομένο ούτε και έγιναν προσπάθειες προς την κατεύθυνση αυτή.
Το πόλο αποτελεί αγαπημένο άθλημα των μελών της βασιλικής οικογένειας της Μ. Βρετανίας. Εδώ, ο διάδοχος του βρετανικού θρόνου Κάρολος (δεξιά) μετά από αγώνα. (φωτ. ΑΠΕ).
* * *το, Ν1. είδος παιχνιδιού που παίζεται ανάμεσα σε δύο ομάδες από έφιππους παίκτες με μακριές εύκαμπτες ξύλινες ράβδους, οι οποίοι προσπαθούν να στείλουν μια ξύλινη μπάλα μέσα στην εστία τής αντίπαλης ομάδας2. φρ. «γουότερ πόλο» — η υδατοσφαίριση.[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. polo].
Dictionary of Greek. 2013.